Μήπως ο "αδύναμος κρίκος" της ευρωπαϊκής συνεργασίας είναι η Γερμανία;
Τα όσα ζούμε την τελευταία περίοδο, στο πλαίσιο της ζώνης του ευρώ, είναι γεγονότα ιστορικά και πέραν κάθε λογικής. Ποτέ μετά τη δεκαετία του 1930 δεν είχαμε γνωρίσει τέτοια μείωση της παραγωγής στην Ευρώπη, ποτέ η αύξηση της ανεργίας δεν ήταν τόσο γρήγορη και, τέλος, ποτέ δεν φτάσαμε τόσο κοντά στην καταστροφή.
Μόνον σε ένα χρόνο ο αριθμός των ανέργων στην Ευρώπη έχει αυξηθεί κατά 5 εκατομμύρια. Παρόλα αυτά, το μόνο που ακούμε είναι να κρούει τον “κώδωνα του κινδύνου” το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης για τα δημόσια ελλείμματα και τα χρέη των χωρών της ευρωζώνης.
Είναι δυνατόν να ζητάμε την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρώπη και μερικούς μήνες αργότερα να παραπονούμαστε ότι υπάρχει πάρα πολύ μεγάλο δημόσιο χρέος; Είναι δυνατόν να αυξάνουμε τα φορολογικά μας έσοδα σε περίοδο ύφεσης και ταυτόχρονα να μειώνουμε τις παραγωγικές δημόσιες δαπάνες, την ώρα που η ανεργία αυξάνει συνεχώς;
Οι κανόνες λειτουργίας της ζώνης του ευρώ δεν είναι ικανοποιητικοί, μάλιστα είναι και ανεφάρμοστοι. Η αποτελεσματικότητα του Σύμφωνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης είναι αμφίβολη, διότι δεν επιτρέπει τον αποτελεσματικό συντονισμό των δημοσιονομικών πολιτικών των χωρών της ευρωζώνης. Η φτώχεια αυτού του μηχανισμού έχει πλέον γίνει κραυγαλέα με την πρόσφατη κρίση. Πρόκειται απλώς για έναν μηχανισμό “αστυνόμευσης” των δημοσίων ελλειμμάτων, και τίποτα παραπάνω. Τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία αλλά και άλλα μέλη της ευρωζώνης δεν έχουν τηρήσει τους κανόνες αυτούς. Είναι λοιπόν παράλογο να τιμωρείται παραδειγματικά η Ελλάδα, ιδιαίτερα στη δύσκολη οικονομική συγκυρία που διανύουμε, όταν γνωρίζουμε όλοι ότι και άλλες χώρες της ευρωζώνης δεν έχουν τηρήσει τους κανόνες αυτούς.
Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις, η αύξηση του δημόσιου ελλείμματος και του χρέους των χωρών της ζώνης του ευρώ δεν οφείλεται μόνο στην ανευθυνότητα των κυβερνήσεών τους, αλλά και στο ότι υπάρχει απορύθμιση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, για το όποιο τίποτα δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα. Οι πρόσφατες δηλώσεις της γερμανίδας καγκελαρίου είναι αντιπαραγωγικές και δημιουργούν περαιτέρω αμφιβολίες στις αγορές. Δείχνουν ακριβώς αυτό το οποίο δεν θα πρέπει να κάνουμε αυτή τη στιγμή. Η Ευρώπη δεν μπορεί να έχει καμία άλλη στρατηγική από την οικονομική συνεργασία. Εντούτοις, το παράδοξο είναι ότι, από όλες τις χώρες, η Γερμανία είναι αυτή η οποία έχει ακολουθήσει τη λιγότερο συνεργασιακή οικονομική πολιτική τα τελευταία δέκα χρόνια, στο πλαίσιο της ευρωζώνης.
Θα πρέπει να θυμηθούμε ότι για την επίτευξη των εντυπωσιακών οικονομικών της αποτελεσμάτων (πλεόνασμα-ρεκόρ του εξωτερικού της εμπορίου, χαμηλός πληθωρισμός και μειωμένος δανεισμός) η Γερμανία έχει καταστείλει την εσωτερική της ζήτηση με τη συγκράτηση των μισθών, δημιουργώντας έτσι οικονομική και κοινωνική ανασφάλεια, η οποία φαίνεται εντελώς ανυπόφορη στους εταίρους της. Η στρατηγική του λεγόμενου “ανταγωνιστικού αντιπληθωρισμού” που εφαρμόζει την τελευταία δεκαετία βασίζεται στο πάγωμα των μισθών, επιδιώκοντας τη συνεχή αύξηση των εξαγωγών της. Η στρατηγική αυτή είναι απολύτως μη συνεργασιακή, στο πλαίσιο της ευρωζώνης.
Για να μπορεί όμως η Γερμανία να εξάγει όλο και περισσότερα από ό,τι εισάγει, θα πρέπει αναγκαστικά οι άλλες χώρες να εισάγουν περισσότερα από αυτήν από ό,τι εξάγουν. Εάν και οι άλλες χώρες ακλουθούσαν την ίδια στρατηγική με τη Γερμανία, τότε αυτό θα επέφερε βαθιά ύφεση και θα ήταν καταστροφικό για το σύνολο της ευρωζώνης. Μια τέτοια στρατηγική δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί από τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης διότι τα μερίδια των αγορών, στο σύνολό τους, είναι πεπερασμένα και δεν μπορούν να διευρύνονται συνεχώς.
Όσο μια χώρα είναι οικονομικά αναπτυγμένη και πλούσια, όπως η Γερμανία, τόσο περισσότερο ο οικονομικός της δυναμισμός θα πρέπει να έλκεται από την εσωτερική της ζήτηση παρά από τις εξαγωγές της. Μια τέτοια οικονομία που δεν έχει ιδιαίτερο λόγο να αναπτύσσει παρά μόνον τις εξαγωγές της κινδυνεύει να μειώσει το επίπεδο της εσωτερικής της οικονομικής δραστηριότητας. Άλλες χώρες της ευρωζώνης, όπως η Γαλλία, στηρίζονται περισσότερο στην εσωτερική τους ζήτηση, για να εξασφαλίζουν τους ρυθμούς ανάπτυξής τους. Αντίθετα, υπάρχει το παράδειγμα των υπό ανάπτυξη οικονομιών, ή αλλιώς των “αναδυόμενων” οικονομιών (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία), οι οποίες έχουν κάθε λόγο να ακολουθούν στρατηγική ανάπτυξης μέσω των εξαγωγών τους ή της εξωστρέφειάς τους λόγω του ότι η εσωτερική τους ζήτηση είναι ακόμα ανεπαρκής.
Με όλα αυτά δεν θέλω να πω ότι η Γερμανία δεν θα πρέπει να εξάγει. Απλώς, οι εξαγωγές και οι εισαγωγές της θα πρέπει να είναι, κατά μέσο όρο, σε ισορροπία. Εάν η Γερμανία επένδυε περισσότερο σε νέες τεχνολογίες που θα βελτίωναν την παραγωγικότητά της και κατά συνέπεια την ανταγωνιστικότητά της, τότε κάτι τέτοιο θα είχε οδηγήσει αναμφίβολα στην αύξηση τόσο των εξαγωγών της όσο και των εισαγωγών της. Αυτό που όμως είναι σήμερα κατακριτέο είναι τα μέσα τα όποια χρησιμοποιεί για να αυξήσει τις εξαγωγές της: συμπιέζει όλο και περισσότερο τους μισθούς προς τα κάτω. Αυτά που η Γερμανία εξάγει εκτός της Ευρώπης είναι μια αρκετά αμελητέα ποσότητα στην κλίμακα της ζώνης του ευρώ. Έτσι, η Γερμανία, έχοντας ανάγκη να εξάγει όλο και περισσότερο προς τους εταίρους της στην ευρωζώνη, τους κάνει να δουλεύουν για να μπορεί η ίδια να εξασφαλίσει τις συντάξεις του πληθυσμού της ο όποιος συρρικνώνεται δημογραφικά και είναι όλο και περισσότερο γερασμένος.
Η υιοθέτηση λοιπόν του γερμανικού μη συνεργασιακού μοντέλου από τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης θα ήταν μια εξαιρετική ιδέα εάν θα θέλαμε να καταστρέψουμε την Ευρώπη. Εάν αυτό είναι το μοντέλο που θέλουμε να υιοθετήσουμε στην ευρωζώνη, τότε όλοι οι ευρωπαίοι πολίτες θα στρέψουν την πλάτη τους στην ενιαία Ευρώπη.
Γράφει ο Μωϋσής Γ. Σιδηρόπουλος, καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
MAKEΔΟΝΙΑ-makthes.gr
http://infognomonpolitics.blogspot.com/2010/04/blog-post_6635.html
Μόνον σε ένα χρόνο ο αριθμός των ανέργων στην Ευρώπη έχει αυξηθεί κατά 5 εκατομμύρια. Παρόλα αυτά, το μόνο που ακούμε είναι να κρούει τον “κώδωνα του κινδύνου” το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης για τα δημόσια ελλείμματα και τα χρέη των χωρών της ευρωζώνης.
Είναι δυνατόν να ζητάμε την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρώπη και μερικούς μήνες αργότερα να παραπονούμαστε ότι υπάρχει πάρα πολύ μεγάλο δημόσιο χρέος; Είναι δυνατόν να αυξάνουμε τα φορολογικά μας έσοδα σε περίοδο ύφεσης και ταυτόχρονα να μειώνουμε τις παραγωγικές δημόσιες δαπάνες, την ώρα που η ανεργία αυξάνει συνεχώς;
Οι κανόνες λειτουργίας της ζώνης του ευρώ δεν είναι ικανοποιητικοί, μάλιστα είναι και ανεφάρμοστοι. Η αποτελεσματικότητα του Σύμφωνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης είναι αμφίβολη, διότι δεν επιτρέπει τον αποτελεσματικό συντονισμό των δημοσιονομικών πολιτικών των χωρών της ευρωζώνης. Η φτώχεια αυτού του μηχανισμού έχει πλέον γίνει κραυγαλέα με την πρόσφατη κρίση. Πρόκειται απλώς για έναν μηχανισμό “αστυνόμευσης” των δημοσίων ελλειμμάτων, και τίποτα παραπάνω. Τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία αλλά και άλλα μέλη της ευρωζώνης δεν έχουν τηρήσει τους κανόνες αυτούς. Είναι λοιπόν παράλογο να τιμωρείται παραδειγματικά η Ελλάδα, ιδιαίτερα στη δύσκολη οικονομική συγκυρία που διανύουμε, όταν γνωρίζουμε όλοι ότι και άλλες χώρες της ευρωζώνης δεν έχουν τηρήσει τους κανόνες αυτούς.
Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις, η αύξηση του δημόσιου ελλείμματος και του χρέους των χωρών της ζώνης του ευρώ δεν οφείλεται μόνο στην ανευθυνότητα των κυβερνήσεών τους, αλλά και στο ότι υπάρχει απορύθμιση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, για το όποιο τίποτα δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα. Οι πρόσφατες δηλώσεις της γερμανίδας καγκελαρίου είναι αντιπαραγωγικές και δημιουργούν περαιτέρω αμφιβολίες στις αγορές. Δείχνουν ακριβώς αυτό το οποίο δεν θα πρέπει να κάνουμε αυτή τη στιγμή. Η Ευρώπη δεν μπορεί να έχει καμία άλλη στρατηγική από την οικονομική συνεργασία. Εντούτοις, το παράδοξο είναι ότι, από όλες τις χώρες, η Γερμανία είναι αυτή η οποία έχει ακολουθήσει τη λιγότερο συνεργασιακή οικονομική πολιτική τα τελευταία δέκα χρόνια, στο πλαίσιο της ευρωζώνης.
Θα πρέπει να θυμηθούμε ότι για την επίτευξη των εντυπωσιακών οικονομικών της αποτελεσμάτων (πλεόνασμα-ρεκόρ του εξωτερικού της εμπορίου, χαμηλός πληθωρισμός και μειωμένος δανεισμός) η Γερμανία έχει καταστείλει την εσωτερική της ζήτηση με τη συγκράτηση των μισθών, δημιουργώντας έτσι οικονομική και κοινωνική ανασφάλεια, η οποία φαίνεται εντελώς ανυπόφορη στους εταίρους της. Η στρατηγική του λεγόμενου “ανταγωνιστικού αντιπληθωρισμού” που εφαρμόζει την τελευταία δεκαετία βασίζεται στο πάγωμα των μισθών, επιδιώκοντας τη συνεχή αύξηση των εξαγωγών της. Η στρατηγική αυτή είναι απολύτως μη συνεργασιακή, στο πλαίσιο της ευρωζώνης.
Για να μπορεί όμως η Γερμανία να εξάγει όλο και περισσότερα από ό,τι εισάγει, θα πρέπει αναγκαστικά οι άλλες χώρες να εισάγουν περισσότερα από αυτήν από ό,τι εξάγουν. Εάν και οι άλλες χώρες ακλουθούσαν την ίδια στρατηγική με τη Γερμανία, τότε αυτό θα επέφερε βαθιά ύφεση και θα ήταν καταστροφικό για το σύνολο της ευρωζώνης. Μια τέτοια στρατηγική δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί από τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης διότι τα μερίδια των αγορών, στο σύνολό τους, είναι πεπερασμένα και δεν μπορούν να διευρύνονται συνεχώς.
Όσο μια χώρα είναι οικονομικά αναπτυγμένη και πλούσια, όπως η Γερμανία, τόσο περισσότερο ο οικονομικός της δυναμισμός θα πρέπει να έλκεται από την εσωτερική της ζήτηση παρά από τις εξαγωγές της. Μια τέτοια οικονομία που δεν έχει ιδιαίτερο λόγο να αναπτύσσει παρά μόνον τις εξαγωγές της κινδυνεύει να μειώσει το επίπεδο της εσωτερικής της οικονομικής δραστηριότητας. Άλλες χώρες της ευρωζώνης, όπως η Γαλλία, στηρίζονται περισσότερο στην εσωτερική τους ζήτηση, για να εξασφαλίζουν τους ρυθμούς ανάπτυξής τους. Αντίθετα, υπάρχει το παράδειγμα των υπό ανάπτυξη οικονομιών, ή αλλιώς των “αναδυόμενων” οικονομιών (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία), οι οποίες έχουν κάθε λόγο να ακολουθούν στρατηγική ανάπτυξης μέσω των εξαγωγών τους ή της εξωστρέφειάς τους λόγω του ότι η εσωτερική τους ζήτηση είναι ακόμα ανεπαρκής.
Με όλα αυτά δεν θέλω να πω ότι η Γερμανία δεν θα πρέπει να εξάγει. Απλώς, οι εξαγωγές και οι εισαγωγές της θα πρέπει να είναι, κατά μέσο όρο, σε ισορροπία. Εάν η Γερμανία επένδυε περισσότερο σε νέες τεχνολογίες που θα βελτίωναν την παραγωγικότητά της και κατά συνέπεια την ανταγωνιστικότητά της, τότε κάτι τέτοιο θα είχε οδηγήσει αναμφίβολα στην αύξηση τόσο των εξαγωγών της όσο και των εισαγωγών της. Αυτό που όμως είναι σήμερα κατακριτέο είναι τα μέσα τα όποια χρησιμοποιεί για να αυξήσει τις εξαγωγές της: συμπιέζει όλο και περισσότερο τους μισθούς προς τα κάτω. Αυτά που η Γερμανία εξάγει εκτός της Ευρώπης είναι μια αρκετά αμελητέα ποσότητα στην κλίμακα της ζώνης του ευρώ. Έτσι, η Γερμανία, έχοντας ανάγκη να εξάγει όλο και περισσότερο προς τους εταίρους της στην ευρωζώνη, τους κάνει να δουλεύουν για να μπορεί η ίδια να εξασφαλίσει τις συντάξεις του πληθυσμού της ο όποιος συρρικνώνεται δημογραφικά και είναι όλο και περισσότερο γερασμένος.
Η υιοθέτηση λοιπόν του γερμανικού μη συνεργασιακού μοντέλου από τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης θα ήταν μια εξαιρετική ιδέα εάν θα θέλαμε να καταστρέψουμε την Ευρώπη. Εάν αυτό είναι το μοντέλο που θέλουμε να υιοθετήσουμε στην ευρωζώνη, τότε όλοι οι ευρωπαίοι πολίτες θα στρέψουν την πλάτη τους στην ενιαία Ευρώπη.
Γράφει ο Μωϋσής Γ. Σιδηρόπουλος, καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
MAKEΔΟΝΙΑ-makthes.gr
http://infognomonpolitics.blogspot.com/2010/04/blog-post_6635.html
Δεν υπάρχουν σχόλια
Παρακαλούμε σχολιασμούς επί της ουσίας.
Τα σχόλια σας δεν περνάν από έλεγχο γιατί πιστεύουμε ότι δεν θα θίγουν κάποιον προσωπικά με βρισιές και συκοφαντίες.
Τέτοιου είδους σχόλια δεν περνάν από έλεγχο, αλλά θα διαγράφονται μετά την δημοσίευση.
Παρακαλούμε να γράφετε σε πεζά και όχι κεφαλαία
-------------------------------------------------------------------------
Οι απόψεις του ιστολογίου δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτουν με τα περιεχόμενα στου άρθρου.
Ο ΔΙΚΤΥΟΥΡΓΟΣ ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα - αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω, φόρμας επικοινωνίας.
Ευχαριστούμε