Η παραδοσιακή μουσική ως ελιξίριο μνήμης και επιβίωσης και η τηλεοπτική της παραχάραξη
Το δημοτικό και λαϊκό τραγούδι, είναι τα ελιξίρια που βοηθούσαν τον Ελληνισμό να επιβιώσει και να ζήσει σε πολύ δύσκολες καταστάσεις. Και φτάσαμε στο σήμερα όπου βλέπουμε σε τηλεοπτικά κανάλια, εκπομπές που να αναφέρονται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας σε παράδοση, ή σε φυσικά κάλλη και να συνοδεύονται με απαράδεκτες βαβουριάρικες μουσικές, ποποειδή και ροκοειδή κομμάτια, που δεν έχουν καμία σχέση με του τόπους που αναφέρονται.Σε εποχές κρίσιμες για την επιβίωση του ελληνισμού, η μουσική δεν υπήρξε ποτέ απλό πολιτισμικό διακοσμητικό στοιχείο. Αντιθέτως, το δημοτικό και το λαϊκό τραγούδι λειτούργησαν ως ελιξίρια συλλογικής αντοχής και μνήμης. Ο ρυθμός του κλαρίνου, η λιτότητα του μοιρολογιού, η γήινη εκφορά της φωνής, η επανάληψη του στίχου , όλα αυτά δεν ήταν τεχνικές· ήταν μορφές ύπαρξης μέσα στην ιστορία.
Αυτός ο μουσικός πλούτος, εγγενής σε κάθε τόπο της Ελλάδας, από τη Ρούμελη έως τη Θράκη και από την Ήπειρο έως την Κρήτη, δεν ήταν ποτέ απομονωμένος από την κοινωνική πραγματικότητα. Το τραγούδι λειτουργούσε ως βιωμένος λόγος, ως μαρτυρία, ως απόηχος της ζωής του χωριού, της κοινότητας, της μάχης για την καθημερινή επιβίωση. Δεν πρόκειται για «παράδοση» με την παθητική έννοια της αναπαραγωγής· πρόκειται για μια διαρκή πράξη νοηματοδότησης του παρόντος μέσα από τη φωνή των προγόνων.
Σήμερα, ωστόσο, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα φαινόμενο ήσυχης αλλά επίμονης αλλοίωσης. Τηλεοπτικές εκπομπές, φαινομενικά αφιερωμένες στην «παράδοση» και στις «ομορφιές του τόπου», ενσωματώνουν στις αφηγήσεις τους μουσικά ηχοτοπία που είναι απολύτως ξένα προς το περιεχόμενο. Ρυθμοί lounge, ηλεκτρονικά μοτίβα, εμπορικά ροκ ή «ποποειδή» soundtrack πλαισιώνουν εικόνες από μοναστήρια, πέτρινα γεφύρια, πλαγιές της Πίνδου ή σοβαρά λαϊκά πρόσωπα που κουβαλούν τη βιογραφία του τόπου στο βλέμμα τους.
Αρκεί μια πρόχειρη περιήγηση στα ελληνικά τηλεοπτικά κανάλια τα Σαββατοκύριακα. Σε εκπομπές όπως το «Happy Traveller» ή το «Μες στην Καλή Χαρά της Παράδοσης», ακόμη κι αν ο τίτλος αναφέρεται στην παράδοση, ο τηλεθεατής βλέπει τον παρουσιαστή να περιηγείται στην Πίνδο, στον Ταΰγετο ή στο Πήλιο, ενώ στο υπόβαθρο κυλά μουσική που μοιάζει να έχει βγει από φεστιβάλ γευσιγνωσίας της Βαρκελώνης. Αντί για ηπειρώτικο πολυφωνικό ή έναν ζυγιά με νταούλι και πίπιζα, ακούμε chill beats, χαρωπό βιολί με synth ή στιλ που θυμίζουν διαφήμιση για ροφήματα σόγιας.
Πρόκειται για μια μορφή ηχητικής αποικιοκρατίας. Ο τηλεθεατής δεν βλέπει απλώς μια οπτική αναπαράσταση του τόπου· ακούει και μια ερμηνευτική πρόταση για το τι σημαίνει ο τόπος αυτός. Όταν αυτή η ηχητική επένδυση δεν πηγάζει από το σώμα και την ιστορία του τόπου, τότε προβάλλεται μια ωραιοποιημένη, απονευρωμένη εκδοχή του· ένα θέαμα τουριστικού χαρακτήρα, άδειο από τον πνευματικό του πυρήνα. Ένας Αρχάνες χωρίς ριζίτικο. Ένα Ζαγόρι χωρίς μοιρολόι. Ένας Μοριάς χωρίς τσάμικο.
Η απόσπαση της εικόνας από τη μουσική της είναι σαν να αφαιρείς το χώμα από το ρίζωμα. Ακόμα και όταν προβάλλονται χοροί ή φεστιβάλ, συχνά οι ήχοι τους "καθαρίζονται" για να είναι πιο «τηλεοπτικά αποδεκτοί», με αποτέλεσμα να ακούμε ένα σχεδόν ευρωπαϊκό easy-listening που δεν ταράζει τα νερά του θεατή, αλλά και δεν του μεταφέρει τίποτα ουσιαστικό.
Η πραγματική αναβίωση της παράδοσης δεν χρειάζεται ντεκόρ. Χρειάζεται αυτιά που ακούν και στόματα που δεν φοβούνται να τραγουδήσουν όπως παλιά , όχι για να μιμηθούν, αλλά για να συνεχίσουν. Η Ελλάδα δεν κινδυνεύει επειδή η νεολαία ακούει ξένη μουσική· κινδυνεύει όταν οι φορείς της δημόσιας εικόνας της, όπως η τηλεόραση, αποκόπτουν τη σύνδεση του τόπου με τη φωνή του.
Δεν χρειάζεται να εξωραΐσουμε τη μνήμη για να την κάνουμε εμπορεύσιμη. Ούτε να αλλάξουμε τη μουσική ενός τόπου για να γίνει πιο «φιλική» σε ξένα αυτιά. Ο τόπος έχει τη δική του μουσική. Ας τον ακούμε όπως του αξίζει.Το δημοτικό και λαϊκό τραγούδι δεν είναι απλώς μουσικά είδη· είναι φορείς μνήμης, αντίστασης και συλλογικής ταυτότητας. Ιδίως το δημοτικό τραγούδι, με τις ρίζες του στη βυζαντινή και προφορική παράδοση, λειτούργησε ως ψυχικό και πνευματικό ανάχωμα σε περιόδους σκλαβιάς, προσφυγιάς ή φτώχειας. Δεν τραγουδιόταν για διασκέδαση μονάχα, ήταν τρόπος για να πενθήσουν, να χαρούν, να διδάξουν, να θυμηθούν, να σταθούν όρθιοι.
Η σημερινή εμπορευματοποίηση της παράδοσης, που συχνά παρατηρείται σε τηλεοπτικά αφιερώματα και ταξιδιωτικές εκπομπές, φτάνει συχνά στα όρια της πολιτισμικής ασέβειας. Όταν, για παράδειγμα, δείχνεις την Ήπειρο ή τη Μάνη και «ντύνεις» τις εικόνες με lounge ή ροκοπόπ φόντο, αγνοείς την ψυχή του τόπου. Το τοπίο και η μουσική του τόπου είναι άρρηκτα δεμένα: δεν μπορείς να απομονώσεις το ένα χωρίς να προδώσεις το άλλο.
Είναι σαν να δείχνεις τα Καλάβρυτα και να παίζει από πίσω μουσική club. Δεν είναι θέμα μόνο αισθητικής· είναι θέμα πολιτισμικής συνείδησης και σεβασμού.
Προτάσεις για μια αυθεντική ηχητική επιμέλεια στις τηλεοπτικές απεικονίσεις της ελληνικής παράδοσης
-
Συνεργασία με παραδοσιακούς μουσικούς του εκάστοτε τόπου
Αντί να χρησιμοποιούνται έτοιμες μουσικές βιβλιοθήκες, είναι προτιμότερο κάθε επεισόδιο ή αφιέρωμα να συνοδεύεται από πρωτότυπες ηχογραφήσεις με τοπικούς μουσικούς. Η μουσική, όπως και η γλώσσα, έχει διαλέκτους: άλλο ο ήχος της Πίνδου, άλλο της Θράκης, άλλο της Κάσου. Υπάρχουν εξαιρετικοί δεξιοτέχνες σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, αρκεί να τους εμπιστευτούμε.
-
Ανάθεση της μουσικής επιμέλειας σε ειδικούς της παραδοσιακής μουσικής
Υπάρχουν Έλληνες μουσικολόγοι, ερευνητές και καλλιτέχνες με βαθιά γνώση της ελληνικής μουσικής παράδοσης, που μπορούν να επιμεληθούν με σεβασμό και γνώση τη μουσική ταυτότητα κάθε εκπομπής. Ονόματα όπως:
-
ο Λάμπρος Λιάβας (καθηγητής εθνομουσικολογίας στο ΕΚΠΑ),
-
ο Δημήτρης Μυστακίδης (ειδικός στο λαϊκό τραγούδι),
-
ο Αντώνης Ξυδάκης (συνθέτης και ερευνητής),
-
η Κατερίνα Παπαδοπούλου (τραγουδίστρια και μελετήτρια δημοτικής μουσικής),
-
η Σοφία Καραγιάννη (μουσικολόγος και επιμελήτρια παραστάσεων),
είναι λίγοι μόνο από όσους θα μπορούσαν να εγγυηθούν μια αυθεντική ηχητική απόδοση.
-
-
Δημιουργία θεματικής ηχητικής βιβλιοθήκης από την ΕΡΤ ή φορείς πολιτισμού
Η ΕΡΤ διαθέτει ήδη σημαντικά αρχεία παραδοσιακής μουσικής. Μπορεί να δημιουργηθεί μια νέα πλατφόρμα ηχητικών τοπίων, οργανωμένη κατά γεωγραφική περιοχή, ιστορική περίοδο, τύπο τραγουδιού (π.χ. μοιρολόγια, ακριτικά, ριζίτικα, τσάμικα), διαθέσιμη για τις παραγωγές που θέλουν να έχουν ήχο με πολιτισμική τεκμηρίωση. Αυτό θα λειτουργούσε και ως κίνητρο ψηφιοποίησης παλαιών ντοκουμέντων.
-
Εισαγωγή μουσικού σχολιασμού στην εκπομπή
Ένα λεπτό σχολιασμού από τον παρουσιαστή ή από κάποιον τοπικό γνώστη για τη μουσική που ακούγεται, ποιοι την παίζουν, πότε τραγουδιέται, τι σημαίνουν τα λόγια, μπορεί να δώσει βάθος και παιδευτική διάσταση. Έτσι ο ήχος δεν θα λειτουργεί απλώς ως «χαλί», αλλά ως πολιτισμικός φορέας.
-
Συμμετοχή κοινοτήτων και πολιτιστικών συλλόγων
Πολιτιστικοί σύλλογοι, λαογραφικά αρχεία, αλλά και απλοί κάτοικοι με προσωπική μνήμη, μπορούν να συμβάλουν στην επιλογή των τραγουδιών που χαρακτηρίζουν τον τόπο τους. Αυτό ενισχύει τη συμμετοχική διάσταση και εμποδίζει την επιβολή «αθηναϊκής αισθητικής» σε τοπικά αφιερώματα.
-
Αποφυγή ηχητικής "ουδετεροποίησης"
Πολλές παραγωγές θεωρούν ότι χρειάζεται μια «ουδέτερη», «ήρεμη» μουσική υπόκρουση για να μην ενοχλεί το κοινό. Όμως, η ένταση ή η «τραχύτητα» της παραδοσιακής μουσικής είναι μέρος του χαρακτήρα της , η γνήσια παράδοση δεν είναι μουσικό spa. Χρειάζεται τόλμη και αισθητικό ήθος για να επιλέξει κανείς έναν ηπειρώτικο σκοπό ή ένα σκληρό πολεμικό τραγούδι αντί για ένα ρομαντικό βιολί με εφέ.
-
Δημιουργία μουσικών ντοκιμαντέρ τοπικής βάσης
Ένα νέο είδος παραγωγής θα μπορούσε να προκύψει: μουσικά ντοκιμαντέρ εστιασμένα σε έναν τόπο μέσω των τραγουδιών του. Κάθε τόπος έχει ένα "σώμα τραγουδιών" , οι μνήμες, οι πόνοι, οι γάμοι, τα χιόνια και τα ξενύχτια του. Μια τέτοια σειρά θα απέδιδε το τοπίο μέσα από τους ήχους του και όχι μέσα από την επιβολή μιας τουριστικής ομοιομορφίας.
Ο πολιτισμός ενός τόπου δεν είναι μόνο τα πέτρινα γεφύρια ή τα πλατάνια. Είναι και οι ήχοι που τα συνοδεύουν. Δεν μπορούμε να μιλάμε για παράδοση χωρίς τη μουσική της· χωρίς την φωνή εκείνη που, αιώνες τώρα, μας βοηθά να υποφέρουμε, να αντέχουμε, να θυμόμαστε, να υπάρχουμε.
Ας δώσουμε φωνή στους τόπους. Ας ξανακούσουμε τη μουσική τους , όχι όπως μας βολεύει, αλλά όπως πραγματικά είναι.

🙏 Αν σου άρεσε αυτό το άρθρο και θέλεις να στηρίξεις τη δουλειά μου,
0 Σχόλια
Παρακαλούμε σχολιασμούς επί της ουσίας.
Τα σχόλια σας δεν περνάν από έλεγχο γιατί πιστεύουμε ότι δεν θα θίγουν κάποιον προσωπικά με βρισιές και συκοφαντίες.
Τέτοιου είδους σχόλια δεν περνάν από έλεγχο, αλλά θα διαγράφονται μετά την δημοσίευση.
Παρακαλούμε να γράφετε σε πεζά και όχι κεφαλαία
-------------------------------------------------------------------------
Οι απόψεις του ιστολογίου δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτουν με τα περιεχόμενα στου άρθρου.
Ο ΔΙΚΤΥΟΥΡΓΟΣ ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα - αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω, φόρμας επικοινωνίας.
Ευχαριστούμε