Πλούτος και Πολιτισμός
Του Χρύσανθου Λαζαρίδη, αντιπροέδρου του ΔΣ/Δ21
Με ευκαιρία τα εγκαίνια του Μουσείου Ακρόπολης, ας μιλήσουμε για το πιο «απαγορευμένο» θέμα της ελληνικής πολιτικής: τα οικονομικά του Πολιτισμού.
Ας υποθέσουμε ότι η Ελλάδα έχει ή μπορεί να στήσει 15 πολύ μεγάλα μουσεία, 50 μεγάλα (χονδρικά ένα σε κάθε νομό), 150 μεσαία (χονδρικά ένα σε κάθε επαρχία) και 300 μικρά (ένα για κάθε σημαντικό μνημείο).
Ας υποθέσουμε ακόμα ότι τα μουσεία λειτουργούν 10 ώρες την ημέρα, χειμώνα-καλοκαίρι, 350 μέρες το χρόνο. Υποθέτουμε, επίσης ότι τα πολύ μεγάλα τα επισκέπτονται τουλάχιστον 500 άνθρωποι την ημέρα με ρεαλιστικό στόχο να φτάσουν 1000 επισκέπτες την ημέρα. Δηλαδή 175 με 300 χιλιάδες επισκέπτες ετησίως. Αν καθένα από τα πολύ μεγάλα μουσεία έχει κόστος λειτουργίας γύρω στα 3,5 εκατομμύρια ετησίως, αυτό σημαίνει ότι για να καλύψουν τον λειτουργικό κόστος τους χρειάζονται εισιτήριο από 10 ως 20 ευρώ. Στην πραγματικότητα, μαζί με τις «εκπτώσεις» και το ΦΠΑ το ελάχιστο εισιτήριο φτάνει τα 15 με 30 ευρώ.
Για να το ρίξουμε σε πολύ πιο λογικά επίπεδα – κάτω από 10 ευρώ - πρέπει να προσελκύουν πάνω από 1500 επισκέπτες κατά μέσον όρο. Πράγμα που μοιάζει σήμερα πολύ δύσκολο…
Από την άλλη πλευρά, το εισιτήριο δεν είναι το μόνο δυνητικό έσοδο του μουσείου. Το πιο σημαντικό άλλο έσοδο, είναι η πώληση αντικειμένων (ομοιωμάτων από εκθέματα κλπ.) Αν ένας στους 10 επισκέπτες αγοράζει κατά μέσον όρο αντικείμενα αξίας 50 ευρώ, τότε μιλάμε για 35 χιλιάδες αγορές που αποδίδουν 1 εκατομμύριο 750 χιλιάδες ευρώ. Το καθαρό κέρδος για το μουσείο μπορεί να φτάνει τις 700 χιλιάδες, με επιπρόσθετο ένα τρίτο ακόμα του ποσού αυτού από παραγγελίες αντικειμένων μέσω Ίντερνετ, από ανθρώπους που δεν επισκέπτονται το μουσείο. Έτσι πλησιάζουμε το ένα εκατομμύριο, περίπου καθαρά κέρδη για κάθε μεγάλο μουσείο από πωληθέντα αντικείμενα.
Αν εκμεταλλευτεί κανείς τις δυνατότητες των υπαρχουσών υποδομών μπορεί να φτάσει όλα τα μουσεία να πληρώνουν τα λειτουργικά έξοδά τους (από το εισιτήριο, μίσθωση χώρων για εστιατόρια, καφετέριες κλπ.), ενώ από την πώληση αντικειμένων να βγάζουν γύρω στα 100 εκατομμύρια ετησίως καθαρό κέρδος. Όσο περίπου και ο ειδικός λογαριασμός του ΥΠΠΟ, που φέτος καταργήθηκε. Σήμερα, κανένα μουσείο δεν καλύπτει το λειτουργικό κόστος του. Ενώ τα κέρδη από τα πωληθέντα είναι μικρά.
Ένας πρώτος στόχος, λοιπόν, είναι να καταστήσουμε τον Πολιτισμό αυτοχρηματοδοτούμενο.
Δεν είναι κακό ο Πολιτισμός να φέρνει χρήματα, να δημιουργεί εισοδήματα και κέρδη…
Να θυμηθούμε ότι και η Ακρόπολη του Περικλή, στηρίχθηκε στην οικονομική ευρωστία της Αρχαίας Αθήνας.
προέλευση
Με ευκαιρία τα εγκαίνια του Μουσείου Ακρόπολης, ας μιλήσουμε για το πιο «απαγορευμένο» θέμα της ελληνικής πολιτικής: τα οικονομικά του Πολιτισμού.
Ας υποθέσουμε ότι η Ελλάδα έχει ή μπορεί να στήσει 15 πολύ μεγάλα μουσεία, 50 μεγάλα (χονδρικά ένα σε κάθε νομό), 150 μεσαία (χονδρικά ένα σε κάθε επαρχία) και 300 μικρά (ένα για κάθε σημαντικό μνημείο).
Ας υποθέσουμε ακόμα ότι τα μουσεία λειτουργούν 10 ώρες την ημέρα, χειμώνα-καλοκαίρι, 350 μέρες το χρόνο. Υποθέτουμε, επίσης ότι τα πολύ μεγάλα τα επισκέπτονται τουλάχιστον 500 άνθρωποι την ημέρα με ρεαλιστικό στόχο να φτάσουν 1000 επισκέπτες την ημέρα. Δηλαδή 175 με 300 χιλιάδες επισκέπτες ετησίως. Αν καθένα από τα πολύ μεγάλα μουσεία έχει κόστος λειτουργίας γύρω στα 3,5 εκατομμύρια ετησίως, αυτό σημαίνει ότι για να καλύψουν τον λειτουργικό κόστος τους χρειάζονται εισιτήριο από 10 ως 20 ευρώ. Στην πραγματικότητα, μαζί με τις «εκπτώσεις» και το ΦΠΑ το ελάχιστο εισιτήριο φτάνει τα 15 με 30 ευρώ.
Για να το ρίξουμε σε πολύ πιο λογικά επίπεδα – κάτω από 10 ευρώ - πρέπει να προσελκύουν πάνω από 1500 επισκέπτες κατά μέσον όρο. Πράγμα που μοιάζει σήμερα πολύ δύσκολο…
Από την άλλη πλευρά, το εισιτήριο δεν είναι το μόνο δυνητικό έσοδο του μουσείου. Το πιο σημαντικό άλλο έσοδο, είναι η πώληση αντικειμένων (ομοιωμάτων από εκθέματα κλπ.) Αν ένας στους 10 επισκέπτες αγοράζει κατά μέσον όρο αντικείμενα αξίας 50 ευρώ, τότε μιλάμε για 35 χιλιάδες αγορές που αποδίδουν 1 εκατομμύριο 750 χιλιάδες ευρώ. Το καθαρό κέρδος για το μουσείο μπορεί να φτάνει τις 700 χιλιάδες, με επιπρόσθετο ένα τρίτο ακόμα του ποσού αυτού από παραγγελίες αντικειμένων μέσω Ίντερνετ, από ανθρώπους που δεν επισκέπτονται το μουσείο. Έτσι πλησιάζουμε το ένα εκατομμύριο, περίπου καθαρά κέρδη για κάθε μεγάλο μουσείο από πωληθέντα αντικείμενα.
Αν εκμεταλλευτεί κανείς τις δυνατότητες των υπαρχουσών υποδομών μπορεί να φτάσει όλα τα μουσεία να πληρώνουν τα λειτουργικά έξοδά τους (από το εισιτήριο, μίσθωση χώρων για εστιατόρια, καφετέριες κλπ.), ενώ από την πώληση αντικειμένων να βγάζουν γύρω στα 100 εκατομμύρια ετησίως καθαρό κέρδος. Όσο περίπου και ο ειδικός λογαριασμός του ΥΠΠΟ, που φέτος καταργήθηκε. Σήμερα, κανένα μουσείο δεν καλύπτει το λειτουργικό κόστος του. Ενώ τα κέρδη από τα πωληθέντα είναι μικρά.
Ένας πρώτος στόχος, λοιπόν, είναι να καταστήσουμε τον Πολιτισμό αυτοχρηματοδοτούμενο.
Δεν είναι κακό ο Πολιτισμός να φέρνει χρήματα, να δημιουργεί εισοδήματα και κέρδη…
Να θυμηθούμε ότι και η Ακρόπολη του Περικλή, στηρίχθηκε στην οικονομική ευρωστία της Αρχαίας Αθήνας.
προέλευση
Δεν υπάρχουν σχόλια
Παρακαλούμε σχολιασμούς επί της ουσίας.
Τα σχόλια σας δεν περνάν από έλεγχο γιατί πιστεύουμε ότι δεν θα θίγουν κάποιον προσωπικά με βρισιές και συκοφαντίες.
Τέτοιου είδους σχόλια δεν περνάν από έλεγχο, αλλά θα διαγράφονται μετά την δημοσίευση.
Παρακαλούμε να γράφετε σε πεζά και όχι κεφαλαία
-------------------------------------------------------------------------
Οι απόψεις του ιστολογίου δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτουν με τα περιεχόμενα στου άρθρου.
Ο ΔΙΚΤΥΟΥΡΓΟΣ ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα - αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω, φόρμας επικοινωνίας.
Ευχαριστούμε