Γερμανοί γιατροί: Θετικό το αποτέλεσμα των απαγορευτικών σε Ελλάδα και Πορτογαλία
APimages
«Χρειαζόμαστε lockdown!», δήλωσε πριν από λίγο σε δραματικό τόνο ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο υπερφόρτωσης του συστήματος υγείας. «Βαθύτατα ανήσυχοι» δηλώνουν οι γιατροί των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας και παραπέμπουν στα παραδείγματα της Ελλάδας και της Πορτογαλίας σχετικά με το θετικό αποτέλεσμα των lockdown.
«Σήμερα έχουμε 4.500 ασθενείς με Covid-19 στις ΜΕΘ. Αν συνεχίσουμε έτσι, σύντομα το σύστημα υγείας δεν θα αντέχει άλλο. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές χτυπούν συναγερμό», τόνισε ο κ. Σπαν σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε από κοινού με τον επικεφαλής του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ», τον Λόταρ Βίλερ, ο οποίος, σε εξίσου δραματικό ύφος, τόνισε ότι «κάθε μέρα που δεν κάνουμε κάτι, χάνουμε ανθρώπους, καθώς οι ΜΕΘ γεμίζουν πολύ γρήγορα».
Εξήγησε μάλιστα ότι οι ασθενείς στις ΜΕΘ είναι όλο και νεότεροι, ενώ τα κρούσματα αυξάνονται ανησυχητικά στις ηλικίες 35-49 ετών. Ο κ. Βίλερ σημείωσε ακόμη ότι «οι αριθμοί των κρουσμάτων δεν είναι τόσο ακριβείς όσο θα θέλαμε», λόγω της περιόδου του Πάσχα και εκτίμησε ότι η κανονική ροή των στοιχείων θα αποκατασταθεί στα μέσα της επόμενης εβδομάδας.
Ο κ. Σπαν απηύθυνε έκκληση τόσο προς τους πολίτες να περιορίσουν ακόμη περισσότερο τις κοινωνικές επαφές τους, όσο και προς τους Πρωθυπουργούς των κρατιδίων «να ενώσουν τις δυνάμεις τους» σε μια κοινή γραμμή. «Η διάσκεψη Καγκελαρίας - Πρωθυπουργών είναι το ενδεδειγμένο σχήμα για να λάβει αποφάσεις, αλλά όταν κάποιοι δεν συμμερίζονται τις εκτιμήσεις για την σοβαρότητα της κατάστασης, τότε είναι πραγματικά δύσκολο. Συνιστώ σε όλους μας - προεκλογική χρονιά ή όχι - να κάνουμε λίγο πίσω και να επικεντρωθούμε στο σημαντικό, την αντιμετώπιση της πανδημίας», είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός, αναφερόμενος έμμεσα στις διαφωνίες που διαπιστώνονται σχετικά με την διαχείριση της κρίσης στο προσεχές διάστημα.
Ο Γενς Σπαν απευθύνθηκε ακόμη στους επιχειρηματίες, ζητώντας τους να κάνουν όσο το δυνατόν περισσότερα τεστ σε όσους εργάζονται με φυσική παρουσία. «Τα τεστ πρέπει να ανήκουν στην καθημερινότητα των χώρων εργασίας», τόνισε.
Από την πλευρά του συστήματος υγείας, ο Πρόεδρος της Διεπιστημονικής Ένωσης Γιατρών Εντατικής και Επείγουσας Ιατρικής (DIVI) Γκέρνοτ Μαρξ δήλωσε σήμερα ότι τα νοσοκομεία «βράζουν» και εξέφρασε την απογοήτευσή του για την αδυναμία λήψης αποφάσεων σχετικά με ένα αυστηρό lockdown. «Χρειαζόμαστε αποφάσεις. Χρειαζόμαστε ένα σκληρό lockdown, τουλάχιστον για δύο ή τρεις εβδομάδες», τόνισε και πρόσθεσε ότι η Πορτογαλία και η Ελλάδα έδειξαν ότι ένα αυστηρό lockdown φέρνει θετικό αποτέλεσμα. «Ο χρόνος πιέζει», προειδοποίησε, εξηγώντας ότι την επίδραση ενός μέτρου που λαμβάνεται σήμερα την διαπιστώνουμε έπειτα από 10-12 ημέρες.
Ο κ. Μαρξ έκανε ακόμη λόγο για «δραματική ψυχολογική και σωματική κατάσταση» των νοσηλευτών στις ΜΕΘ και ανέφερε ότι κατά την διάρκεια της πανδημίας 9.000 στελέχη Μονάδων Εντατικής Θεραπείας παραιτήθηκαν.
Ο επιστημονικός διευθυντής της DIVI Κρίστιαν Καραγιαννίδης διευκρίνισε ότι το νοσηλευτικό προσωπικό είναι στην πράξη αυτό που καθορίζει πόσες κλίνες ΜΕΘ μπορούμε να διαχειριστούμε και επισήμανε ότι ορισμένα νοσοκομεία δεν μπορούν πλέον να αντιμετωπίσουν επείγοντα περιστατικά, όπως καρδιακά επεισόδια ή τροχαία ατυχήματα. Ενδεικτικά ανέφερε ότι στην Βρέμη δεν υπάρχουν κλίνες για ασθενείς με Civid-19, ενώ στην Θουριγγία υπάρχει μόνο μία.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
«Χρειαζόμαστε lockdown!», δήλωσε πριν από λίγο σε δραματικό τόνο ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο υπερφόρτωσης του συστήματος υγείας. «Βαθύτατα ανήσυχοι» δηλώνουν οι γιατροί των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας και παραπέμπουν στα παραδείγματα της Ελλάδας και της Πορτογαλίας σχετικά με το θετικό αποτέλεσμα των lockdown.
«Σήμερα έχουμε 4.500 ασθενείς με Covid-19 στις ΜΕΘ. Αν συνεχίσουμε έτσι, σύντομα το σύστημα υγείας δεν θα αντέχει άλλο. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές χτυπούν συναγερμό», τόνισε ο κ. Σπαν σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε από κοινού με τον επικεφαλής του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ», τον Λόταρ Βίλερ, ο οποίος, σε εξίσου δραματικό ύφος, τόνισε ότι «κάθε μέρα που δεν κάνουμε κάτι, χάνουμε ανθρώπους, καθώς οι ΜΕΘ γεμίζουν πολύ γρήγορα».
Εξήγησε μάλιστα ότι οι ασθενείς στις ΜΕΘ είναι όλο και νεότεροι, ενώ τα κρούσματα αυξάνονται ανησυχητικά στις ηλικίες 35-49 ετών. Ο κ. Βίλερ σημείωσε ακόμη ότι «οι αριθμοί των κρουσμάτων δεν είναι τόσο ακριβείς όσο θα θέλαμε», λόγω της περιόδου του Πάσχα και εκτίμησε ότι η κανονική ροή των στοιχείων θα αποκατασταθεί στα μέσα της επόμενης εβδομάδας.
Ο κ. Σπαν απηύθυνε έκκληση τόσο προς τους πολίτες να περιορίσουν ακόμη περισσότερο τις κοινωνικές επαφές τους, όσο και προς τους Πρωθυπουργούς των κρατιδίων «να ενώσουν τις δυνάμεις τους» σε μια κοινή γραμμή. «Η διάσκεψη Καγκελαρίας - Πρωθυπουργών είναι το ενδεδειγμένο σχήμα για να λάβει αποφάσεις, αλλά όταν κάποιοι δεν συμμερίζονται τις εκτιμήσεις για την σοβαρότητα της κατάστασης, τότε είναι πραγματικά δύσκολο. Συνιστώ σε όλους μας - προεκλογική χρονιά ή όχι - να κάνουμε λίγο πίσω και να επικεντρωθούμε στο σημαντικό, την αντιμετώπιση της πανδημίας», είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός, αναφερόμενος έμμεσα στις διαφωνίες που διαπιστώνονται σχετικά με την διαχείριση της κρίσης στο προσεχές διάστημα.
Ο Γενς Σπαν απευθύνθηκε ακόμη στους επιχειρηματίες, ζητώντας τους να κάνουν όσο το δυνατόν περισσότερα τεστ σε όσους εργάζονται με φυσική παρουσία. «Τα τεστ πρέπει να ανήκουν στην καθημερινότητα των χώρων εργασίας», τόνισε.
Από την πλευρά του συστήματος υγείας, ο Πρόεδρος της Διεπιστημονικής Ένωσης Γιατρών Εντατικής και Επείγουσας Ιατρικής (DIVI) Γκέρνοτ Μαρξ δήλωσε σήμερα ότι τα νοσοκομεία «βράζουν» και εξέφρασε την απογοήτευσή του για την αδυναμία λήψης αποφάσεων σχετικά με ένα αυστηρό lockdown. «Χρειαζόμαστε αποφάσεις. Χρειαζόμαστε ένα σκληρό lockdown, τουλάχιστον για δύο ή τρεις εβδομάδες», τόνισε και πρόσθεσε ότι η Πορτογαλία και η Ελλάδα έδειξαν ότι ένα αυστηρό lockdown φέρνει θετικό αποτέλεσμα. «Ο χρόνος πιέζει», προειδοποίησε, εξηγώντας ότι την επίδραση ενός μέτρου που λαμβάνεται σήμερα την διαπιστώνουμε έπειτα από 10-12 ημέρες.
Ο κ. Μαρξ έκανε ακόμη λόγο για «δραματική ψυχολογική και σωματική κατάσταση» των νοσηλευτών στις ΜΕΘ και ανέφερε ότι κατά την διάρκεια της πανδημίας 9.000 στελέχη Μονάδων Εντατικής Θεραπείας παραιτήθηκαν.
Ο επιστημονικός διευθυντής της DIVI Κρίστιαν Καραγιαννίδης διευκρίνισε ότι το νοσηλευτικό προσωπικό είναι στην πράξη αυτό που καθορίζει πόσες κλίνες ΜΕΘ μπορούμε να διαχειριστούμε και επισήμανε ότι ορισμένα νοσοκομεία δεν μπορούν πλέον να αντιμετωπίσουν επείγοντα περιστατικά, όπως καρδιακά επεισόδια ή τροχαία ατυχήματα. Ενδεικτικά ανέφερε ότι στην Βρέμη δεν υπάρχουν κλίνες για ασθενείς με Civid-19, ενώ στην Θουριγγία υπάρχει μόνο μία.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια
Παρακαλούμε σχολιασμούς επί της ουσίας.
Τα σχόλια σας δεν περνάν από έλεγχο γιατί πιστεύουμε ότι δεν θα θίγουν κάποιον προσωπικά με βρισιές και συκοφαντίες.
Τέτοιου είδους σχόλια δεν περνάν από έλεγχο, αλλά θα διαγράφονται μετά την δημοσίευση.
Παρακαλούμε να γράφετε σε πεζά και όχι κεφαλαία
-------------------------------------------------------------------------
Οι απόψεις του ιστολογίου δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτουν με τα περιεχόμενα στου άρθρου.
Ο ΔΙΚΤΥΟΥΡΓΟΣ ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα - αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω, φόρμας επικοινωνίας.
Ευχαριστούμε