Σε τι οφείλονται οι αυξημένοι θάνατοι από κορονοϊό στην Ελλάδα;
Αλεξία Σβώλου
φωτογραφία αρχείου Eurokinissi
Παρότι σε όλο τον κόσμο ο αυξημένος αριθμός των κρουσμάτων που προκαλεί το στέλεχος Όμικρον δεν συνοδεύεται πλέον με αυξημένες νοσηλείες διασωληνώσεις και θανάτους, στην πατρίδα μας εξακολουθούμε το τελευταίο διάστημα να μετράμε περισσότερους από 100 νεκρούς από κορονοϊό την ημέρα. Σε σχέση με την Πορτογαλία που καταγράφει 45 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους και την Ιταλία που έχει παρόμοιο «σκορ», η Ελλάδα καταγράφει 95 θανάτους ανά 100.000 πληθυσμό.
Το φαινόμενο αυτό έχει προβληματίσει πολύ τους ειδικούς οι οποίοι περιμένουν να δουν τους δύο σκληρούς δείκτες της πανδημίας - τις διασωληνώσεις και τους θανάτους - να μειώνονται. Ήδη γίνεται αισθητή η μείωση του αριθμού των διασωληνωμένων ασθενών αλλά οι θάνατοι δεν παρουσιάζουν ακόμα δυστυχώς καμιά βελτίωση.
Τρεις ειδικοί, ο καθηγητής πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Νίκος Τζανάκης, ο επικεφαλής του Εθνικού Ερευνητικού Ινστιτούτου για τον Καρκίνο των ΗΠΑ, Γιώργος Παυλάκης και εκ μέρους της Πολιτείας, η αναπληρώτρια υπουργός υγείας, Μίνα Γκάγκα, με μεγάλη εμπειρία στην πνευμονολογική κλινική του νοσοκομείου Σωτηρία, από τα χρόνια της ως γιατρός, εξηγούν πού οφείλεται το πολυπαραγοντικό φαινόμενο των αυξημένων θανάτων.
Καταρχάς η Ελλάδα έχει πολύ έντονο δημογραφικό πρόβλημα, είναι μαζί με την Ιταλία οι δύο χώρες με τον πιο γηρασμένο πληθυσμό της Ευρώπης. Επιπλέον, σύμφωνα με τις τελευταίες καταγραφές, έχουμε ένα σημαντικό ποσοστό 270.000 μεσήλικων και ηλικιωμένων πολιτών ηλικίας άνω των 60 ετών που δεν έχουν ακόμα εμβολιαστεί έναντι του κορονοϊού, ενώ υπάρχει και ένας υπολογίσιμος αριθμός 744.448 συμπολιτών μας, δικαιούχων της 3ης δόσης που δεν έχουν ακόμα πραγματοποιήσει τον αναμνηστικό εμβολιασμό τους ούτε έχουν κλείσει το ραντεβού.
Και αυτό παρά το ότι είναι ξεκάθαρο από τα επιστημονικά στοιχεία πως η 3η δόση είναι απαραίτητη καθώς μειώνει τον κίνδυνο νοσηλείας από 83%-90% και τον κίνδυνο θανάτου κατά 95%. Κάθε άνθρωπος προχωρημένης ηλικίας που θα έρθει σε επαφή με τον κορονοϊό κινδυνεύει να νοσήσει ηπιότερα ή σοβαρότερα ανάλογα με μια πληθώρα παραγόντων όπως τα υποκείμενα νοσήματά του και άλλους παράγοντες.
Μια πολύ σημαντική παράμετρος, όπως εξηγεί και η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα, είναι ότι πολλοί άνθρωποι υποτιμούν τη λοίμωξη του κορονοϊού, ειδικά σε αυτό το κύμα, καθώς έχει διαδοθεί στην κοινωνία το λανθασμένο μήνυμα ότι το στέλεχος Όμικρον προκαλεί πολύ πιο ήπια νόσο. Σαν αποτέλεσμα οι ασθενείς πηγαίνουν καθυστερημένα στο νοσοκομείο.
Το φαινόμενο αυτό έχει ήδη καταγραφεί από την εποχή που επικρατούσε το στέλεχος Δέλτα. Τότε υπήρχαν αρνητές του κορονοϊού, της πανδημίας και των εμβολίων που θεωρούσαν ότι τα νοσοκομεία δεν έχουν κάτι να τους προσφέρουν και ότι έπρεπε να περάσουν ήπια τη λοίμωξη στο σπίτι. Σαν αποτέλεσμα οι ασθενείς αυτοί πήγαιναν στο νοσοκομείο με 7-10 ημέρες καθυστέρηση και έφταναν στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών σε πάρα πολύ άσχημη κατάσταση, σχεδόν ημιθανείς.
Εάν κάποιος φτάσει στο νοσοκομείο όταν πλέον έχει διάχυτη πνευμονία και οι βλάβες έχουν εξαπλωθεί στον πνεύμονα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αναστραφεί η κατάστασή του, αναφέρει η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας.
Μια άλλη παράμετρος που ευθύνεται για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί είναι ότι το σύστημα υγείας στα δύο χρόνια της πανδημίας πιέζεται στα όρια του. Έτσι, όταν αυξάνονται πολύ οι διασωληνωμένοι ασθενείς, τότε η κόπωση του συστήματος και η κόπωση και του ανθρώπινου δυναμικού που επανδρώνει τις κλινικές covid και τις ΜΕΘ μεταφράζεται σε μειωμένη ποιότητα φροντίδας. Πρόκειται για ένα παγκόσμιο φαινόμενο το οποίο δεν αφορά μονάχα τα ελληνικά νοσοκομεία, τα οποία έχουν και το επιπλέον μειονέκτημα πως έχει προηγηθεί μια 10ετής οικονομική κρίση που αποδυνάμωσε πολύ το ΕΣΥ.
Τους τελευταίους μήνες είδαμε περιφερειακά νοσοκομεία που δεν διέθεταν τη μεγάλη εμπειρία - και τον ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό των μεγάλων νοσοκομείων του λεκανοπεδίου Αττικής - που δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν το ίδιο επίπεδο της προσφερόμενης περίθαλψης, με συνέπεια να καταγράφονται εκεί περισσότεροι θάνατοι από ό,τι στις εντατικές του «Ευαγγελισμού» ή του νοσοκομείου «Αττικόν».
Ένα στοιχείο που πρέπει να προστεθεί στο πολυπαραγοντικό φαινόμενο των αυξημένων θανάτων είναι, σύμφωνα με τον επικεφαλής ερευνητή του Ινστιτούτου Έρευνας για τον Καρκίνο των ΗΠΑ, Γιώργο Παυλάκη, ότι επειδή η διαχείριση της πανδημίας στα πρώτα κύματα με τα περιοριστικά μέτρα προστάτεψε τους ηλικιωμένους, τώρα που δεν υπάρχουν αντίστοιχα περιοριστικά μέτρα, τα άτομα άνω των 60 ετών μένουν εκτεθειμένα, με τους μη εμβολιασμένους να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του κινδύνου.
Στην Ελλάδα εκτός από γηρασμένο λαό έχουμε πολίτες με περισσότερα από ένα υποκείμενα νοσήματα: Έχουμε υψηλά ποσοστά ασθενών με διαβήτη, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, καρδιολογικά προβλήματα και άλλες παθήσεις που διαμορφώνουν μία δεξαμενή νοσηρότητας.
Τέλος, στην Ελλάδα δεν έχουμε οργανωμένη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, δεν υπάρχει ο οικογενειακός γιατρός που θα πάρει ο ασθενής τηλέφωνο και δεν υπάρχουν όλοι οι εξωνοσοκομειακοί κρίκοι στην αλυσίδα της Δημόσιας Υγείας.
Η ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και η δημιουργία ενός δικτύου προστασίας με τη συμμετοχή γιατρών της γειτονιάς θα μπορούσε να βοηθήσει να φτάνουν νωρίτερα οι ασθενείς στο νοσοκομείο εφόσον παραστεί ανάγκη - και προς αυτή την κατεύθυνση έχουν ξεκινήσει δράσεις ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών μαζί με τον Ιατρικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης.
φωτογραφία αρχείου Eurokinissi
Παρότι σε όλο τον κόσμο ο αυξημένος αριθμός των κρουσμάτων που προκαλεί το στέλεχος Όμικρον δεν συνοδεύεται πλέον με αυξημένες νοσηλείες διασωληνώσεις και θανάτους, στην πατρίδα μας εξακολουθούμε το τελευταίο διάστημα να μετράμε περισσότερους από 100 νεκρούς από κορονοϊό την ημέρα. Σε σχέση με την Πορτογαλία που καταγράφει 45 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους και την Ιταλία που έχει παρόμοιο «σκορ», η Ελλάδα καταγράφει 95 θανάτους ανά 100.000 πληθυσμό.
Το φαινόμενο αυτό έχει προβληματίσει πολύ τους ειδικούς οι οποίοι περιμένουν να δουν τους δύο σκληρούς δείκτες της πανδημίας - τις διασωληνώσεις και τους θανάτους - να μειώνονται. Ήδη γίνεται αισθητή η μείωση του αριθμού των διασωληνωμένων ασθενών αλλά οι θάνατοι δεν παρουσιάζουν ακόμα δυστυχώς καμιά βελτίωση.
Τρεις ειδικοί, ο καθηγητής πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Νίκος Τζανάκης, ο επικεφαλής του Εθνικού Ερευνητικού Ινστιτούτου για τον Καρκίνο των ΗΠΑ, Γιώργος Παυλάκης και εκ μέρους της Πολιτείας, η αναπληρώτρια υπουργός υγείας, Μίνα Γκάγκα, με μεγάλη εμπειρία στην πνευμονολογική κλινική του νοσοκομείου Σωτηρία, από τα χρόνια της ως γιατρός, εξηγούν πού οφείλεται το πολυπαραγοντικό φαινόμενο των αυξημένων θανάτων.
Καταρχάς η Ελλάδα έχει πολύ έντονο δημογραφικό πρόβλημα, είναι μαζί με την Ιταλία οι δύο χώρες με τον πιο γηρασμένο πληθυσμό της Ευρώπης. Επιπλέον, σύμφωνα με τις τελευταίες καταγραφές, έχουμε ένα σημαντικό ποσοστό 270.000 μεσήλικων και ηλικιωμένων πολιτών ηλικίας άνω των 60 ετών που δεν έχουν ακόμα εμβολιαστεί έναντι του κορονοϊού, ενώ υπάρχει και ένας υπολογίσιμος αριθμός 744.448 συμπολιτών μας, δικαιούχων της 3ης δόσης που δεν έχουν ακόμα πραγματοποιήσει τον αναμνηστικό εμβολιασμό τους ούτε έχουν κλείσει το ραντεβού.
Και αυτό παρά το ότι είναι ξεκάθαρο από τα επιστημονικά στοιχεία πως η 3η δόση είναι απαραίτητη καθώς μειώνει τον κίνδυνο νοσηλείας από 83%-90% και τον κίνδυνο θανάτου κατά 95%. Κάθε άνθρωπος προχωρημένης ηλικίας που θα έρθει σε επαφή με τον κορονοϊό κινδυνεύει να νοσήσει ηπιότερα ή σοβαρότερα ανάλογα με μια πληθώρα παραγόντων όπως τα υποκείμενα νοσήματά του και άλλους παράγοντες.
Μια πολύ σημαντική παράμετρος, όπως εξηγεί και η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα, είναι ότι πολλοί άνθρωποι υποτιμούν τη λοίμωξη του κορονοϊού, ειδικά σε αυτό το κύμα, καθώς έχει διαδοθεί στην κοινωνία το λανθασμένο μήνυμα ότι το στέλεχος Όμικρον προκαλεί πολύ πιο ήπια νόσο. Σαν αποτέλεσμα οι ασθενείς πηγαίνουν καθυστερημένα στο νοσοκομείο.
Το φαινόμενο αυτό έχει ήδη καταγραφεί από την εποχή που επικρατούσε το στέλεχος Δέλτα. Τότε υπήρχαν αρνητές του κορονοϊού, της πανδημίας και των εμβολίων που θεωρούσαν ότι τα νοσοκομεία δεν έχουν κάτι να τους προσφέρουν και ότι έπρεπε να περάσουν ήπια τη λοίμωξη στο σπίτι. Σαν αποτέλεσμα οι ασθενείς αυτοί πήγαιναν στο νοσοκομείο με 7-10 ημέρες καθυστέρηση και έφταναν στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών σε πάρα πολύ άσχημη κατάσταση, σχεδόν ημιθανείς.
Εάν κάποιος φτάσει στο νοσοκομείο όταν πλέον έχει διάχυτη πνευμονία και οι βλάβες έχουν εξαπλωθεί στον πνεύμονα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αναστραφεί η κατάστασή του, αναφέρει η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας.
Μια άλλη παράμετρος που ευθύνεται για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί είναι ότι το σύστημα υγείας στα δύο χρόνια της πανδημίας πιέζεται στα όρια του. Έτσι, όταν αυξάνονται πολύ οι διασωληνωμένοι ασθενείς, τότε η κόπωση του συστήματος και η κόπωση και του ανθρώπινου δυναμικού που επανδρώνει τις κλινικές covid και τις ΜΕΘ μεταφράζεται σε μειωμένη ποιότητα φροντίδας. Πρόκειται για ένα παγκόσμιο φαινόμενο το οποίο δεν αφορά μονάχα τα ελληνικά νοσοκομεία, τα οποία έχουν και το επιπλέον μειονέκτημα πως έχει προηγηθεί μια 10ετής οικονομική κρίση που αποδυνάμωσε πολύ το ΕΣΥ.
Τους τελευταίους μήνες είδαμε περιφερειακά νοσοκομεία που δεν διέθεταν τη μεγάλη εμπειρία - και τον ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό των μεγάλων νοσοκομείων του λεκανοπεδίου Αττικής - που δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν το ίδιο επίπεδο της προσφερόμενης περίθαλψης, με συνέπεια να καταγράφονται εκεί περισσότεροι θάνατοι από ό,τι στις εντατικές του «Ευαγγελισμού» ή του νοσοκομείου «Αττικόν».
Ένα στοιχείο που πρέπει να προστεθεί στο πολυπαραγοντικό φαινόμενο των αυξημένων θανάτων είναι, σύμφωνα με τον επικεφαλής ερευνητή του Ινστιτούτου Έρευνας για τον Καρκίνο των ΗΠΑ, Γιώργο Παυλάκη, ότι επειδή η διαχείριση της πανδημίας στα πρώτα κύματα με τα περιοριστικά μέτρα προστάτεψε τους ηλικιωμένους, τώρα που δεν υπάρχουν αντίστοιχα περιοριστικά μέτρα, τα άτομα άνω των 60 ετών μένουν εκτεθειμένα, με τους μη εμβολιασμένους να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του κινδύνου.
Στην Ελλάδα εκτός από γηρασμένο λαό έχουμε πολίτες με περισσότερα από ένα υποκείμενα νοσήματα: Έχουμε υψηλά ποσοστά ασθενών με διαβήτη, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, καρδιολογικά προβλήματα και άλλες παθήσεις που διαμορφώνουν μία δεξαμενή νοσηρότητας.
Τέλος, στην Ελλάδα δεν έχουμε οργανωμένη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, δεν υπάρχει ο οικογενειακός γιατρός που θα πάρει ο ασθενής τηλέφωνο και δεν υπάρχουν όλοι οι εξωνοσοκομειακοί κρίκοι στην αλυσίδα της Δημόσιας Υγείας.
Η ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και η δημιουργία ενός δικτύου προστασίας με τη συμμετοχή γιατρών της γειτονιάς θα μπορούσε να βοηθήσει να φτάνουν νωρίτερα οι ασθενείς στο νοσοκομείο εφόσον παραστεί ανάγκη - και προς αυτή την κατεύθυνση έχουν ξεκινήσει δράσεις ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών μαζί με τον Ιατρικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Παρακαλούμε σχολιασμούς επί της ουσίας.
Τα σχόλια σας δεν περνάν από έλεγχο γιατί πιστεύουμε ότι δεν θα θίγουν κάποιον προσωπικά με βρισιές και συκοφαντίες.
Τέτοιου είδους σχόλια δεν περνάν από έλεγχο, αλλά θα διαγράφονται μετά την δημοσίευση.
Παρακαλούμε να γράφετε σε πεζά και όχι κεφαλαία
-------------------------------------------------------------------------
Οι απόψεις του ιστολογίου δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτουν με τα περιεχόμενα στου άρθρου.
Ο ΔΙΚΤΥΟΥΡΓΟΣ ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει για τα άρθρα - αναρτήσεις που δημοσιεύονται και απηχούν τις απόψεις των συντακτών τους. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών ή ότι υπάρχει κάποιο σφάλμα, επικοινωνήστε μέσω, φόρμας επικοινωνίας.
Ευχαριστούμε