Ερώτημα εν απορία πολίτη
Είναι νόμιμο να αρνούνται στην κοινωνία των πολιτών το δικαίωμα να ανακαλέσει την "υπογραφή" της από ένα "κοινωνικό συμβόλαιο", για το οποίο δεν ερωτήθηκε, και να αναλάβει αυτή την αρμοδιότητα του εντολέα; Όταν μάλιστα οι υποτιθέμενοι εντολείς της απεδείχθησαν κατά σύστημα ανάξιοι της εμπιστοσύνης της, ανακόλουθοι, διεφθαρμένοι και ιδίως καθ'υποτροπήν αμετανόητοι; Όταν συλλογικά κατέστρεψαν τη χώρα; Τι φοβούνται οι πολιτικοί και πολλοί άλλοι και κρύβονται τον 21ο αιώνα πίσω από απολιθώματα ιδεών του 18ου αιώνα; Πως εξηγείται ότι η κοινωνία των πολιτών έχει αναγορευθεί στον μείζονα εχθρό της άρχουσας (πολιτικής και πνευματικής) τάξης;
Προς τι η ύβρις της εντεταλμένης σιωπής για ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα που σπεύδει αυτόκλητη να νομιμοποιήσει η κρατική διανόηση; Γιατί ο διάλογος που διεξάγεται στα ΜΜΕ έχει εμφαντικά ως πρόσημο τη λογοκρισία του αντιλέγοντος και διακύβευμα την καλλιέργεια της αρχής της ενιαίας σκέψης; Να υποθέσω άραγε ότι οι ιδιοτελείς προτεραιότητες των νομέων του κράτους, τους εμποδίζουν να διακρίνουν την κατεύθυνση της εξέλιξης και, κατ'επέκταση, τους κινδύνους που συνεπάγεται για τη σταθερότητα του συστήματος η αναβράζουσα αμφισβήτηση της κοινωνίας των πολιτών;
Για την ακρίβεια
Γιώργος Κοντογιώργης
http://contogeorgis.blogspot.com/2011/06/blog-post_02.html
Όταν η Πόλη κινδυνεύει...γίνετε παιδιά!
ΑπάντησηΔιαγραφή- Αρχές Βοηδρομιώνα, τότε που πενθούν τ’ αμπέλια και χορεύει η Σαλώμη, κι ο Διόνυσος ετοιμάζει με τους Βάκχους, τους Σειληνούς και τους Σάτυρους τα όργιά του (ιερά + έργα), ένα τέτοιο πρωινό λοιπόν, την βρήκαν να φουρνίζει τα ζυμωτά στον πυρωμένο φούρνο. Τους καλωσόρισε, ξεπέζεψαν απ' τ' αλόγατα. Ήσαν οι δέκα Άρχοντες!. Αυτοί που γύρεψαν χρησμό και πήραν την απάντηση από την Πυθία του Μαντείου των Δελφών, πως τάχατες η Πόλη τους κινδύνευε από ένα παιδί. "Σκοτώστε το, ή γίνετε εσείς παιδιά" τους είπε. Σιγά καλέ!, μη γίνουμε ‘μείς λιχούδια. Εγώ θα το πνίξω, εγώ θα το ξεκοιλιάσω, εγώ θα..εγώ..εγώ. θα,.. σκέφτονταν ο καθένας ενδόμυχα, εκδικητικά. Έδεσαν στην άδεια αυλή τ' αλόγατα. Τους πέρασε η κυρά-Φροσύνη στον οντά τον τρανό, ενώ έσπευσε να τους κεράσει, γλυκό κεράσι και κρύο νερό απ' τη στάμνα, γιατί θεώρησε τιμή της και φιλική την επίσκεψή τους και έπρεπε να φερθεί όπως αρμόζει στην περίπτωση! Απ’ τις κλαγγές όμως απ’ τα ποδοβολητά και τα χλιμιντρίσματα, ξύπνησε ο μικρός που κοιμόταν αμέριμνος και ήσυχος στην κούνια του.
Η κυρά-Φροσύνη τα‘χασε. Θα μου καούν τα ψωμιά, ο μικρός τα "έκανε", θέλει βύζαγμα και ..και οι Άρχοντες. Οι Άρχοντες!. Μια φορά της έτυχε τέτοια τιμή, και την βρήκαν τούτες όλες οι συμφορές και τα ταξαράτια!. Έδωσε προτεραιότητες. Έτρεξε γύρισε τα ψωμιά και ξανασφάλισε την πόρτα του φούρνου, ζητώντας να την σ’χωρέσουν οι Άρχοντες. Ύστερα γύρισε γρήγορα - γρήγορα, φόρεσε καθαρά τουλπανάκια στον μικρό, τον φάσκιωσε, τον βύζαξε και..και νάτην πάλι μαζί τους, με τον μικρό στην αγκαλιά της ήσυχο, και να κρατά την κουδουνίστρα. Και πάλι όμως έπρεπε να γυρίσει και την πίτα που ετοίμαζε με τα ζυμωτά μαζί, που μοσχοβολούσαν καθώς ψήνονταν. Μεγαλιώτατε, κράτησέ τον για λίγο - ο πληθυντικός της ευγενούς υποτέλειας, ξενοκρατίας και μισελληνισμού θάρθει αργότερα και με το τσεκούρι και τη φωτιά θα επιβληθεί από τους ξιγκοφάγους του ομιχλώδους Βορρά και από άλλους ευγενείς και τους εγχώριους υποτακτικούς τους κοινώς νταβαντζήδες - είπε στον πρώτο Άρχοντα.(ΣΥΝΈΧΕΙΑ)
Χίλιες, μύριες χαρές έκανε ο Μακαριότατος, ο Σεβασμιότατος, ο Ευτυχέστατος Άρχοντας όταν πήρε τον μικρό στα γόνατά του. Επιτέλους θα του έκλεινε το στόμα πριν προλάβει να κάνει "γκίχ". Σάστισε ο μικρός όταν είδε από πολύ κοντά και τους άλλους, ντυμένους στις "φαρέτρες" τους, στις πορφύρες τους, στα μπιχλιμπίδια τους και στα πλουμιστά τους εφήμερα μεγαλεία. Άνετος όμως, χορτάτος και καθαρός στα γόνατα καθώς ήταν, του έφευγε η σαστιμάρα σιγά - σιγά, κι έβλεπε πότε τον έναν και πότε τους άλλους και του ήρθαν τα γέλια, βάζοντας τον δείχτη του χεριού του στο στόμα, λέγοντας τους, «αγκιιί». Ο Άρχοντας τά‘χασε και αμέσως, χωρίς χρονοτριβή, έδωσε τον μικρό στον άλλον. Ο άλλος τον έδωσε στον άλλον, ο άλλος στον...άλλον και ούτω καθ' εξής, ώσπου τον ξαναπήρε ο πρώτος και έμεινε άπραγος χάνος και σαν βόδι που βλέπει πρώτη του φορά τραίνο. Γύρισε η κυρά-Φροσύνη ιδρωμένη καί ροδοκόκκινη κρατώντας στην μισάλα της ζεστό φρέσκο ψωμί. Το κομμάτιασε και τους το μοίρασε. Αυτοί την αποχαιρέτησαν αμήχανοι καλπάζοντας στα καλντερίμια λέγοντας ο πρώτος στον δεύτερο, ο ένας στον άλλον, ο άλλος στον άλλον, πόσο δειλός είναι! Η Πόλις σώθηκε (;) κι αυτή τη φορά!
ΑπάντησηΔιαγραφή- Κάποιοι νέοι πηδοκοπούσαν ξυπόλητοι στα πατητήρια τα σταφύλια. Όμορφοι νέοι, όμορφες νέες τραγουδούσαν στ’ αμπέλια τον τρύγο. Άλλοι άπλωναν στ’ αλώνια την σταφίδα να στεγνώσει. Κάποιες προκομμένες νοικοκυρές άπλωναν κι αυτές στον καυτερό ήλιο τους τραχανάδες, τα γιουφκάδια, τα κουσκούσια. Οι "Πηνελόπες" (πηνίον +λώπος) ύφαιναν στους αργαλειούς υφάσματα και τα προικιά των κοριτσιών τους, άλλες έξαιναν τα μαλλιά, άλλες έκλωθαν...Άλλοι έκαμναν ιπποδρομίες, λεμβοδρομίες. Κάποιοι καλλίκνημοι νέοι γυμνάζονταν στα γυμναστήρια - οι ντόπες θα’ρθούν πολυύ αργότερα. Οι αυλητές και οι αυλήτριες ασκούνταν στη μουσική τους. Οι γλύπτες έγλυφαν και σμίλευαν κίονες και Κορινθιακά κιονόκρανα στα εργαστήριά τους. Κάποια καράβια σάλπαραν από το Λέχαιο, κι αρμένιζαν για τις Συρακούσες, ενώ άλλα τραβούσαν από τις Κεχριές για την Ποτίδαια φορτωμένα κι αυτά σύκα, σταφίδες, υφάσματα, χαλκώματα κι άλλων λογής καλούδια.(ΣΥΝΕΧΕΙΑ)
Κάποιες κυρίες, στρουμπουλές "εταίρες", λαϊδες, άφηναν στην βρεγμένη άμμο της παραλίας τα χαμαιτυπεία τους - ίχνη από τα τσόκαρα -και έκλειναν τα ραντεβού τους, μ' όσους και όποιους ήθελαν, βεβαίως -βεβαίως να "περάσουν" τη μέρα τους, για ένα κιλό στάρι ή έναν αμφορέα μέ λάδι. Άλλοι ετοίμαζαν τις θυσίες, τις παρελάσεις, τις τελετές, τα συμπόσια, τα θέατρα, τα Νεμέα, τα Ίσθμια, τους ύμνους της Ζωής, τη χαρά της πόλης. Ο άντρας της κυρά-Φροσύνης, με τις τρανές τις θυγατέρες τους ήσαν στον τρύγο, στ’ αλώνι, στις σταφίδες. Ο μικρός μεγάλωνε ευτυχής στην κούνια του και με ταχταρίσματα, ενώ οι αγορητές, οι ρήτορες αγόρευαν στην αγορά, συζητούσαν και στις σχολές φιλοσοφούσαν. Φιλοσοφούσαν, ερωτεύονταν, εδίδασκαν.. Οι πυγηστές, (πισωγλέντηδες) εάν υπήρχαν, έπαιρναν τον δρόμο του εξανδραποδισμού και της εξορίας, διότι τι να έκαμναν (;) αφού όπως στην Αθήνα και αλλαχού: "...σαν παθητικός ομοφυλόφιλος όποιος εκδίδονταν, δεν επιτρέπονταν σ’ αυτόν να εκλέγεται, να αναλαμβάνει το αξίωμα του ιερέα, ούτε να γίνεται σύνδικος του Δήμου, ούτε να λαμβάνει κανένα αξίωμα, ούτε στο εσωτερικό, ούτε στο εξωτερικό, ούτε κληρωτό ούτε αιρετό, ούτε να αποστέλλεται σε διπλωματική αποστολή, ούτε να εκφέρει τη γνώμη του, ούτε να εισέρχεται σε δημόσια ιερά, ούτε να έχει δικαίωμα να φέρει στεφάνι στις γιορτές, ούτε να πηγαίνει στα περιρραντήρια που βρίσκονται μέσα στην αγορά. Αν δε κάποιος κάνει κάτι απ’ αυτά, εφ’ όσον έχει αποδεχθεί δικαστικώς ότι το «πισωγλεντάει» να τιμωρείται με θάνατο. Εδίδασκαν επίσης την Αρετή, το Μέτρο, την Αρμονία, τα Μαθηματικά, την Αστρονομία, τη Μουσική, το Χορό στο χώρο με όρχο, το Θέατρο, διότι ήξεραν πως: Εταίρος θα πει Ε + ιατρός ή Αιθέρος από το Αίθω και Έρως ή Έρωτας και Ι(ερός), δηλαδή ιερός και Ι(ιώτα) και έρος. Ο εταίρος γίνεται πραγματικός από έρωτα, και πως ακόμη ο εταίρος παρακινούμενος από ιερό έρωτα, ερωτά!. Γνώριζαν επίσης οι δάσκαλοι πως: ο εταίρος είναι ορατός και Ι (γιώτα) και Ε (έψιλον). Ορά (βλέπει) την ιερότητα (Ιώτα) του εταίρου, μαθητού, (παίς + εράν) και είναι ορατός από αυτόν, διότι η όλη διαδικασία της μάθησης (γνώσης) περνά από την (Ε) εποπτεία δηλαδή από το νεοαναπτυχθέν πνευματικό όργανο της εσωτερικής όρασης και των δύο, από «το της ψυχής όμμα». – (Πλάτωνος, Συμπόσιον εκδ. Ι.Δ. Κολλάρος 1949, - Φαίδρος, Κρατύλος, Λάχης, Μένων, Θεαίτητος, Φίληβος εκδ, Πάπυρος - Ομηρικοί Ύμνοι, εκδ. Εστία 1997). Γνώριζαν επίσης να σέβονται τους γεροντότερους και τους ‘Ηρωες των πολέμων, τους τιμούσαν κι αυτούς.
ΑπάντησηΔιαγραφή- Αργότερα, (146 μ.Χ.).. πολύ αργότερα, τα αιματόβρεχτα δόρατα και ξίφη των Ρωμαίων θα σπείρουν την συμφορά, τη δυστυχία, τον όλεθρο με τον Μόμμιο αρχηγό τους, για να συνεχίσουν και να αποτελειώσουν, άλλοι βαρβαρότεροι το έργο τους με σύνθημα τους το "ες γαίαν φέρειν", και με ιεροπρεπείς μελιστάλαχτες ωραιοφανείς επιστολές αγάπης, για να σβήσει έτσι ο πόλεμος (κατά τον Εφέσιο Ηράκλειτο παππού μας) και η ηδονή, η τραγωδία και η λύτρωση, ο γλυκόπικρος έρωτας της Κορίνθου, (κόρη Ανθέων) μια για πάντα.
-Μάταια θα ζητούν και θα παίρνουν χρησμούς οι Άρχοντες από την Πυθία που θα επιμένει: "Σκοτώστε το παιδί ή γίνετε εσείς παιδιά". Γιατί αλήθεια!; πόσο εύκολα και γρήγορα λησμονιέται το: "Σόλων - Σόλων, εσείς οι Έλληνες είσαστε πάντοτε παιδιά και ποτέ σας δεν γερνάτε", που είπε ο Αιγύπτιος αρχιερέας στον μεγάλο και αξεπέραστο Αθηναίο Νομοθέτη.-
Iων ο Β΄
Κάποιες κυρίες, στρουμπουλές "εταίρες", λαϊδες, άφηναν στην βρεγμένη άμμο της παραλίας τα χαμαιτυπεία τους - ίχνη από τα τσόκαρα -και έκλειναν τα ραντεβού τους, μ' όσους και όποιους ήθελαν, βεβαίως -βεβαίως να "περάσουν" τη μέρα τους, για ένα κιλό στάρι ή έναν αμφορέα μέ λάδι. Άλλοι ετοίμαζαν τις θυσίες, τις παρελάσεις, τις τελετές, τα συμπόσια, τα θέατρα, τα Νεμέα, τα Ίσθμια, τους ύμνους της Ζωής, τη χαρά της πόλης. Ο άντρας της κυρά-Φροσύνης, με τις τρανές τις θυγατέρες τους ήσαν στον τρύγο, στ’ αλώνι, στις σταφίδες. Ο μικρός μεγάλωνε ευτυχής στην κούνια του και με ταχταρίσματα, ενώ οι αγορητές, οι ρήτορες αγόρευαν στην αγορά, συζητούσαν και στις σχολές φιλοσοφούσαν. Φιλοσοφούσαν, ερωτεύονταν, εδίδασκαν.. Οι πυγηστές, (πισωγλέντηδες) εάν υπήρχαν, έπαιρναν τον δρόμο του εξανδραποδισμού και της εξορίας, διότι τι να έκαμναν (;) αφού όπως στην Αθήνα και αλλαχού: "...σαν παθητικός ομοφυλόφιλος όποιος εκδίδονταν, δεν επιτρέπονταν σ’ αυτόν να εκλέγεται, να αναλαμβάνει το αξίωμα του ιερέα, ούτε να γίνεται σύνδικος του Δήμου, ούτε να λαμβάνει κανένα αξίωμα, ούτε στο εσωτερικό, ούτε στο εξωτερικό, ούτε κληρωτό ούτε αιρετό, ούτε να αποστέλλεται σε διπλωματική αποστολή, ούτε να εκφέρει τη γνώμη του, ούτε να εισέρχεται σε δημόσια ιερά, ούτε να έχει δικαίωμα να φέρει στεφάνι στις γιορτές, ούτε να πηγαίνει στα περιρραντήρια που βρίσκονται μέσα στην αγορά. Αν δε κάποιος κάνει κάτι απ’ αυτά, εφ’ όσον έχει αποδεχθεί δικαστικώς ότι το «πισωγλεντάει» να τιμωρείται με θάνατο. Εδίδασκαν επίσης την Αρετή, το Μέτρο, την Αρμονία, τα Μαθηματικά, την Αστρονομία, τη Μουσική, το Χορό στο χώρο με όρχο, το Θέατρο, διότι ήξεραν πως: Εταίρος θα πει Ε + ιατρός ή Αιθέρος από το Αίθω και Έρως ή Έρωτας και Ι(ερός), δηλαδή ιερός και Ι(ιώτα) και έρος. Ο εταίρος γίνεται πραγματικός από έρωτα, και πως ακόμη ο εταίρος παρακινούμενος από ιερό έρωτα, ερωτά!. Γνώριζαν επίσης οι δάσκαλοι πως: ο εταίρος είναι ορατός και Ι (γιώτα) και Ε (έψιλον). Ορά (βλέπει) την ιερότητα (Ιώτα) του εταίρου, μαθητού, (παίς + εράν) και είναι ορατός από αυτόν, διότι η όλη διαδικασία της μάθησης (γνώσης) περνά από την (Ε) εποπτεία δηλαδή από το νεοαναπτυχθέν πνευματικό όργανο της εσωτερικής όρασης και των δύο, από «το της ψυχής όμμα». – (Πλάτωνος, Συμπόσιον εκδ. Ι.Δ. Κολλάρος 1949, - Φαίδρος, Κρατύλος, Λάχης, Μένων, Θεαίτητος, Φίληβος εκδ, Πάπυρος - Ομηρικοί Ύμνοι, εκδ. Εστία 1997). Γνώριζαν επίσης να σέβονται τους γεροντότερους και τους ‘Ηρωες των πολέμων, τους τιμούσαν κι αυτούς.
ΑπάντησηΔιαγραφή- Αργότερα, (146 μ.Χ.).. πολύ αργότερα, τα αιματόβρεχτα δόρατα και ξίφη των Ρωμαίων θα σπείρουν την συμφορά, τη δυστυχία, τον όλεθρο με τον Μόμμιο αρχηγό τους, για να συνεχίσουν και να αποτελειώσουν, άλλοι βαρβαρότεροι το έργο τους με σύνθημα τους το "ες γαίαν φέρειν", και με ιεροπρεπείς μελιστάλαχτες ωραιοφανείς επιστολές αγάπης, για να σβήσει έτσι ο πόλεμος (κατά τον Εφέσιο Ηράκλειτο παππού μας) και η ηδονή, η τραγωδία και η λύτρωση, ο γλυκόπικρος έρωτας της Κορίνθου, (κόρη Ανθέων) μια για πάντα.
-Μάταια θα ζητούν και θα παίρνουν χρησμούς οι Άρχοντες από την Πυθία που θα επιμένει: "Σκοτώστε το παιδί ή γίνετε εσείς παιδιά". Γιατί αλήθεια!; πόσο εύκολα και γρήγορα λησμονιέται το: "Σόλων - Σόλων, εσείς οι Έλληνες είσαστε πάντοτε παιδιά και ποτέ σας δεν γερνάτε", που είπε ο Αιγύπτιος αρχιερέας στον μεγάλο και αξεπέραστο Αθηναίο Νομοθέτη.-Ιων ο Β΄